ΑλλιÏŽς σχεδίαζα τη μÎρα μου
Είπα κι εγω μια φορά να σχεδιάσω
Κι ήρθαν οι ΠαντοδÏναμοι
Να μου μουτζουλιάσουν τη ζωγραφιά
Τους κάνω δÏŽρο την ευγνωμοσÏνη μου
Γιατί μ’ Îβγαλαν απÏŒ μια δÏσκολη κι άβολη θÎση χαράς
ΑνεπιθÏμητη
ΜπορÏŽ τÏŽρα, ήρεμος πλÎον, να επιστρÎψω
Στο γνÏŽριμο βοÏρκο μου
ΒλÎπεις, μÎρος του σχεδίου μου αυτή τη φορά ήταν
ΠοιÏŒ τρÏŒπο θα Îβρισκα να μουτζουλιάσω τη ζωγραφιά μου
ΑÏŒρατα, χωρίς να γίνω αντιληπτÏŒς, ÏŒπως κάθε σπάνια φορά
ΕυχαριστÏŽ σας ΠαντοδÏναμοι
Είστε άξιοι του ονÏŒματÏŒς σας και της βαριάς κληρονομιάς σας