η παγωνιά της μÎρας μοσχοβÏŒλαγε
φτÏŽχεια
κατασκευασμÎνη στα μÎτρα μας
απÏŒ τεχνίτες, ράφτες, υψιλοÏ επιπÎδου
αφοÏ ολοκλήρωναν το Îργο τους
χωρίς ανάγκη για πρÏŒβες
τÏŒτε ακÏŒμα, οι χρωματιστÎς αντιθÎσεις ήταν Îντονες
και οι χειμÏŽνες, πάντα με τη γνÏŽριμη μυρωδιά της παγωνιάς
μοναδικÏŒ πανωφÏŒρι να μας σκεπάζει
προστατευτικά
μετά, πολÏ αργÏŒτερα, οι αντιθÎσεις σιγά σιγά και μυστικά
εξαφανίστηκαν, τα χρÏŽματα, Îγιναν Îνα
τÏŒσο απλÏŒ και ανεπαίσθητο
η μοσχοβολιά της παγωνιάς νοσταλγία
τÏŒσο μας Îλλειψε η γνÏŽριμη σιγουριά της ζωής
μÎχρι τη μÎρα που αρχίσαμε να βλÎπουμε
η παγωνιά δεν μοσχοβÏŒλαγε άλλο
αλλά ήταν Îνα τÎρας που δίψαγε για το δικÏŒ μας αίμα
ευχαριστοÏμε το τÎρας, γιατί Îγινε η αιτία
που αρχίσαμε να αμφισβητοÏμε για την ίδια την Ïπαρξη
Îτσι απλά και τÏŒσο εÏκολα
θελήσαμε να πιστÎψουμε πως άρχισε η αλλαγή