Η γενιά που Îζησε τον Β’ ΠαγκÏŒσμιο ΠÏŒλεμο, σιγά σιγά σβήνει. Σήμερα, τα μÏŒνα μνημεία που απομÎνουν στους σημερινοÏς σαραντάρηδες είναι μÏŒνο οι αναμνήσεις κάποιων αφηγήσεων. Ο παπποÏς και η γιαγιά, με χαρακιÎς στην καρδιά και στο πρÏŒσωπο, με μηδενικά εφÏŒδια και ανÏπαρκτη μÏŒρφωση, κατάφεραν κάτι πολÏ δÏσκολο για τα σημερινά δεδομÎνα: θάψανε βαθιά μÎσα τους την πίκρα που Îζησαν. Και το Îκαναν ÏŒσο πιο αθÏŒρυβα γινÏŒταν, ενÏŽ εμείς αποκοιμιÏŒμασταν στη ζεστή τους αγκαλιά.
ÎŒταν μεγαλÏŽσαμε και αρχίσαμε να κατανοοÏμε τον κÏŒσμο καλÏτερα, κάποιοι απÏŒ εμάς κοίταξαν πιο προσεκτικά τα μάτια του παπποÏ και της γιαγιάς πίσω απ’ τα χοντρά γυαλιά τους. ΜÏŒνο τÏŒτε μπορÎσαμε να διακρίνουμε αχνά εκείνη την πίκρα που δεν μπÏŒρεσαν ποτÎ να ξεφορτωθοÏν, καλά κρυμμÎνη κάτω απ’ τα χάδια τους, τα τραγοÏδια τους, το ζεστÏŒ σπιτικÏŒ φαγητÏŒ της Κυριακής.
Την πίκρα τους αυτή ÏŒμως, δεν μπορÎσαμε να την καταλάβουμε. ΟÏτε να τη νιÏŽσουμε. ΜπορÎσαμε μÏŒνο να γίνουμε μάρτυρες της Ïπαρξής της και, με Îνα ανταποδοτικÏŒ (γιατί μÏŒνο τÎτοιο, δυστυχÏŽς, είναι) χάδι μας, να την διÏŽξουμε προσωρινά. Κάθε φορά που φεÏγαμε απ’ το δωμάτιο, η πίκρα αυτή επÎστρεφε άμεσα και ξανάκλεβε το κομμάτι που θεωροÏσε ÏŒτι της ανήκε στην καρδιά των ανθρÏŽπων αυτÏŽν.
Η δική μας πίκρα είναι πολÏ αλλιÏŽτικη απ’ τη δική τους. Είναι πιο θορυβÏŽδης, πιο ανακοινÏŽσιμη, πιο υλική. Το κÏŒστος της είναι μετρήσιμο και τα χαρακτηριστικά της μποροÏν να περιγραφοÏν, να καταγραφοÏν, να αναλυθοÏν στατιστικά. Αυτά που μας πικραίνουν σήμερα είναι πολυσÏνθετα. Είναι, μάλιστα, δομημÎνα με τÎτοιο τρÏŒπο που κάνουν σχεδÏŒν αδÏνατη την κατανÏŒησή τους, πÏŒσω δε μάλλον την ÏŒποια αντίδραση. ΜολαταÏτα, Îστω κι αν οφείλεται σε άλλους λÏŒγους αυτή τη φορά, και πάλι αδυνατοÏμε να καταλάβουμε την πίκρα. ΜποροÏμε μÏŒνο να τη νιÏŽσουμε, αλλά και αυτÏŒ υπÏŒ Îναν ÏŒρο: να είναι δική μας.
Χάριν ειλικρίνειας, οφείλουμε πλÎον να παραδεχτοÏμε στον εαυτÏŒ μας την αλήθεια: Îχουμε χάσει την ικανÏŒτητά μας ν’ αντιλαμβανÏŒμαστε και να νιÏŽθουμε την πίκρα.
Η πίκρα ÏŒμως (ÏŒπως εξάλλου και ο σωματικÏŒς πÏŒνος), Îχει Îνα βασικÏŒ λÏŒγο Ïπαρξης: είναι εκεί για να μας πει πως κάτι δεν λειτουργεί σωστά, κάτι πρÎπει ν’ αλλάξουμε, κάτι δε συμφωνεί με τη φυσική τάξη των πραγμάτων. Τελικά, είναι εκεί για να μας δÏŽσει Îνα ξεκάθαρο σημάδι ÏŒτι κάτι είναι, απλά, λάθος.
Έχοντας χάσει την ικανÏŒτητά μας ν’ αντιλαμβανÏŒμαστε και να νιÏŽθουμε την πίκρα, χάσαμε τελικά την ικανÏŒτητά μας ν’ αναγνωρίζουμε, και άρα ν’ αντιδροÏμε, στο λάθος.
Και, ενÏŽ η ανθρÏŽπινη φÏση είναι εκ προοιμίου αγνή, ÏŒταν χάνει την ικανÏŒτητά της ν’ αναγνωρίζει το λάθος, τÏŒτε αυτομάτως το αποδÎχεται ως σωστÏŒ. Που σημαίνει ÏŒτι, είτε αδιαφορεί γι’ αυτÏŒ, είτε το εφαρμÏŒζει και το προάγει, διαιωνίζοντας Îτσι την πίκρα.
Αν ανοίξουμε την τηλεÏŒρασή μας απÏŒψε, θα δοÏμε αυτÏŒ που Îλεγε τραγουδιστά πριν πολλά χρÏŒνια ο Μάνος Χατζηδάκις: “Η πίκρα σήμερα, δεν Îχει σÏνορα”.
Ελάχιστοι πια καταλαβαίνουν πως η τηλεÏŒρασή τους είναι απλά Îνας καθρÎφτης.
ΦΩΤΟ: Sir Peter Paul Rubens – El rapto de Europa